Κάτω από κάθε πρόβλεψη έφτασαν οι κατώτερες τιμές που προσφέρθηκαν στη χθεσινή διαγωνιστική διαδικασία που οργάνωσε η ΡΑΕ για εγκατάσταση νέων αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών, καθώς πλησίασαν τα επίπεδα που έχουν επιτευχθεί σε πολύ πιο ώριμες και ανταγωνιστικές αγορές της Ευρώπης και σε χώρες που διαθέτουν ιχυρή παραγωγική βάση στον τομέα τους εξοπλισμού ΑΠΕ. Διαμορφώνεται έτσι ένα νέο επίπεδο αποζημιώσεων για τις ΑΠΕ, σε σημεία πολύ χαμηλότερα από εκείνα που ίσχυαν μέχρι τώρα και συνεπώς οι επιχειρήσεις του κλάδου καλούνται να ξαναγράψουν τα επενδυτικά σενάριά τους.
Πέραν της μείωσης του κόστους εξοπλισμού ΑΠΕ, μείωση που δείχνει να συνεχίζεται και συνεπώς δημιουργεί περαιτέρω προσδοκίες για βιωσιμότητα των έργων, οι πολύ χαμηλές τιμές αποδίδονται σε μεγάλο βαθμό στη συμμετοχή μεγάλων ξένων εταιρειών οι οποίες έχουν άλλα περιθώρια και άλλα- πολύ μικρά – κόστη χρηματοδότησης σε σχέση με τις ελληνικές, ακόμα και τις παραδοσιακές μεγάλες δυνάμεις του χώρου.
Δεν θεωρείται καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι της κούρσας των επιθετικών προσφορών φαίνεται ότι ηγήθηκαν, στα μεν φωτοβολταϊκά η Γερμανική εταιρεία ABO που σάρωσε αρκετά έργα στη μεγάλη κατηγορία, στα δε αιολικά μεγάλη νεοεισερχόμενη ξένη εταιρεία.
«Όταν έχεις χρηματοδότηση με όρους Γερμανίας έχεις πλεονέκτημα έναντι μιας ελληνικής εταιρείας που φτύνει αίμα για να βρεί τραπεζικά κεφάλαια και όταν τα βρίσκει τα πληρώνει πανάκριβα» λέγεται χαρακτηριστικά από παράγοντα του χώρου.
Από την άλλη, κάποιοι τουλάχιστον από τους ενδιαφερόμενους – και μάλιστα από τους πλέον έμπειρους – δεν ακολούθησαν την «επιθετική» μειοδοσία, πέραν ενός σημείου, εκτιμώντας ότι θα έχουν μια ευνοϊκότερη δεύτερη ευκαιρία για τα έργα τους στην επόμενη διαγωνιστική διαδικασία που θα πραγματοποιηθεί εντός του έτους για τις αδιάθετες ποσότητες.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι για τους ίδιους τους επενδυτές και για το τι προοπτικές διαμορφωνονται στις επόμενες δημοπρασίες, περισσότερη σημασία έχει η ανώτερη τιμή που κατοχυρώθηκε σε κάθε διαγωνισμό και όχι η κατώτερη. Διότι η ανώτερη τιμή, μειωμένη κατά 1%, αποτελεί και την τιμή εκκίνησης του επόμενου διαγωνισμού.
Αντίθετα οι κατώτατες τιμές αφορούν κατά κύριο λόγο τους επενδυτές που τις πρόσφεραν, καθώς θα πρέπει στη συνέχεια να εξασφαλίσουν ότι τα έργα θα κατασκευαστούν και θα είναι βιώσιμα σε βάθος 20ετίας.
Σύμφωνα πάντως με ανεπίσημες πληροφορίες του energypress, στα αιολικά η μικρότερη τιμή έφτασε στα επίπεδα των 68 ευρώ ανά Μεγαβατώρα και η μεγαλύτερη κοντά στα 72 ευρώ (από 90 ευρώ που ήταν η τιμή εκκίνησης). Έργα “πέρασαν” μεταξύ άλλων η ΔΕΗ Ανανεώσιμες, η IBERDROLA ROKAS, η VENDAVEL και νεοεισερχόμενη ξένη εταιρεία η οποία φαίνεται ότι έδωσε και τη χαμηλότερη προσφορά.
Στα μεγάλα φωτοβολταϊκά η μικρότερη τιμή έφτασε στα επίπεδα των 63 ευρώ ανά Μεγαβατώρα και η μεγαλύτερη στα επίπεδα των 71 ευρώ (από 80 ευρώ που ήταν η τιμή εκκίνησης). Έργα “πέρασαν” μεταξύ άλλων η Γερμανική ABO (η οποία υπήρξε και η πλέον “επιθετική” στις προσφορές), η ΕΥΔΑΠ, η ΒΙΟΚΑΡΠΕΤ και η Δημοκρίτειος.
Στα μικρά φωτοβολταϊκά η μικρότερη τιμή έφτασε στα επίπεδα των 76 ευρώ ανά Μεγαβατώρα (από 85 ευρώ που ήταν η τιμή εκκίνησης).
Πάντως οι πολύ χαμηλές κατώτατες τιμές είναι μια εξέλιξη που δικαιώνει τους χειρισμούς της ΡΑΕ, όσον αφορά την πρόβλεψη του 75% για να υπάρχει υψηλός ανταγωνισμός, καθώς το βασικό ζητούμενο είναι να επιτευχθούν χαμηλές τιμές αποζημίωσης για τις ΑΠΕ και συνεπώς να επιβαρυνθεί κατά το δυνατόν λιγότερο ο καταναλωτής.
Από την άλλη φαίνεται ότι υπάρχει μια πρόβλεψη που δεν ευνοεί την επίτευξη των χαμηλότερων δυνατών τιμών και συνεπώς την μικρότερη δυνατή επιβάρυνση του καταναλωτή. Πρόκειται για τον όρο του διαγωνισμού, σύμφωνα με τον οποίο, όταν η εγκατεστημένη ισχύς μιας προσφοράς είναι μεγαλύτερη από την εναπομείνασα ποσότητα (προφανώς προς το τέλος της διαγωνιστικής διαδικασίας), τότε η προσφορά απορρίπτεται και το σύστημα πάει στην επόμενη προσφορά που η εγκατεστημένη ισχύς της είναι ίση ή μικρότερη από την εναπομείνασα ποσότητα.
Αυτό οδηγεί (έγινε ήδη χθες σε κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις) στο να “περάσουν” έργα με μεγαλύτερες τιμές και να κοπούν άλλα με μικρότερες.
Εν τω μεταξύ ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης έκανε την παρακάτω δήλωση:
«Η σημερινή διαδικασία απέδειξε ότι είναι απολύτως εφικτό να περιοριστεί το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, χωρίς να προκύψει σημαντική επιβάρυνση στο κόστος ενέργειας. Οι δημοπρασίες οδήγησαν σε μείωση τιμών στις επενδύσεις φωτοβολταϊκών κατά περίπου 20%, σε σύγκριση με εκείνες του πιλοτικού διαγωνισμού του 2016 και πάνω από 35% στις επενδύσεις αιολικών. Πλέον το κόστος των ΑΠΕ είναι αντίστοιχο εκείνου των συμβατικών καυσίμων, δικαιολογώντας την επιλογή μας να υιοθετήσουμε φιλόδοξους στόχους αύξησης του μεριδίου τους στο ενεργειακό μείγμα. Στους επόμενους διαγωνισμούς, τους προσεχείς μήνες, αναμένουμε περαιτέρω μείωση του κόστους, δεδομένου του ισχυρού ενδιαφέροντος, τόσο από εγχώριους όσο και από ξένους επενδυτές.»
Υπενθυμίζεται ότι επί χρόνια είχε υιοθετηθεί ένα σύστημα εγγυημένων τιμών, που προκαλούσε σημαντική επιβάρυνση των καταναλωτών, μέσω του ΕΤΜΕΑΡ. Με τις πρωτοβουλίες της η κυβέρνηση:
- αποπλήρωσε τις οφειλές του παρελθόντος προς τους παραγωγούς ΑΠΕ
- απέφυγε οποιαδήποτε επιβάρυνση των καταναλωτών
- δρομολόγησε τη σταδιακή κατάργηση του τέλους προμηθευτή
- διαμόρφωσε ένα νέο πλαίσιο ενίσχυσης των επενδύσεων σε ΑΠΕ, αποτελεσματικό, με πλήρη διαφάνεια και απολύτως συμβατό με τους κοινοτικούς κανόνες
Πηγή: energypress.gr-άρθρο του Θοδωρή Παναγούλη